You are on page 1of 16

Το Ϲήτηµα των κρυµµένων µεταβλητών στην

Κβαντική Μηχανική
Τσίντζης Αθανάσιος

1
Περιεχόµενα
1 Εισαγωγή 4

2 Είναι η κβαντική µηχανική µία πλήρης ϑεωρία ; Το πρόβληµα


της πληρότητας και των κρυµµένων µεταβλητών. 6

3 Το παράδοξο του De Broglie 7

4 Σωµάτια µε σπιν 1/2 8

5 Θεώρηµα Von Neumann 10

6 Το πρόβληµα µε το ϑεώρηµα Von Neumann 11

7 Βιβλιογραφία 16

2
‘‘I think I can safely say that nobody understands Quantum Mechanics’’

Richard Feynman

3
1 Εισαγωγή
Παρόλο που η διαµάχη για την ουσία των κβαντικών ιδιοτήτων των ατοµι-
κών συστηµάτων δε σταµάτησε ποτέ, ιδιαίτερα έντονη ήταν στα χρόνια που
δηµιουργήθηκαν τα ϑεµέλια της κβαντικής µηχανικής. Μεγάλα ονόµατα
της ϕυσικής τότε, που µάλιστα συνέβαλαν τα µέγιστα για την ανάπτυξή της,
δεν µπορούσαν να δεχθούν επακριβώς τη γραµµή που είχε αναπτυχθεί. Ο
ίδιος ο Planck παρέµενε σκεπτικιστής µέχρι το ϑάνατό του ενώ οι Einstein,
de Broglie και Schrödinger δεν έπαψαν ποτέ να υπογραµµίζουν τα ασθενή
σηµεία της κβαντικής ϑεωρίας.
Η διαµάχη ήταν και ϕιλοσοφικά χρωµατισµένη καθώς οι διαφωνίες αϕο-
ϱούσαν ϑεµελιώδη ερωτήµατα ολόκληρης της επιστήµης, αλλά και το σκοπό
της ίδιας της ϕυσικής. Συγκεκριµένα µπορούµε να πούµε πως οι ϕυσικοί
τότε χωρίστηκαν σε δύο ‘στρατόπεδα’ αναφορικά µε την απάντηση που έδιναν
στα παρακάτω τρία κυρίως ερωτήµατα :

1. Υπάρχουν άραγε οι ϐασικές οντότητες της ατοµικής ϕυσικής, όπως τα


ηλεκτρόνια, τα ϕωτόνια κτλ, ανεξάρτητα από τις παρατηρήσεις που κά-
νουν οι ϕυσικοί ;

2. Αν η απάντηση στο πρηγούµενο ερώτηµα είναι καταφατική, είναι άραγε


δυνατό να κατανοήσουµε τη δοµή και την εξέλιξη των ατοµικών οντο-
τήτων και ϕαινοµένων δηµιουργώντας χωροχρονικές εικόνες που να
αντιστοιχούν στην πραγµατική τους υπόσταση ;

3. Πρέπει οι ϕυσικοί νόµοι να διαµορφωθούν έτσι ωστε να δίνεται µία ή


περισσότερες αιτίες για όλα τα παρατηρούµενα ϕαινόµενα ;

Σ΄ αυτά τα ερωτήµατα που αφορούν ουσιαστικά την πραγµατικότητα, την


κατανοησιµότητα και την αιτιοκρατία, οι εκπρόσωποι της ‘Σχολής της Κο-
πεγχάγης’ και του Γκέττιγκεν όπως οι Bohr, Born, Heisenberg, έδωσαν λίγο
έως πολύ αρνητικές απαντήσεις. Για παράδειγµα ο Niels Bohr υποστήριζε
ότι ‘. . . ο όρος ϕαινόµενο πρέπει να αναφέρεται µόνο για κάποια µέτρηση,
περιλαµβάνοντας έτσι και µια πλήρη περιγραφή της πειραµατικής διάταξης
...’
Η αρνητική αυτή στάση ξεσήκωσε την αντίδραση των Einstein, Planck,
Schrödinger, Ehrenfest, de Broglie, των οποίων η κριτική κατευθυνόταν
περισσότερο ενάντια στην ερµηνεία της ϑεωρίας, παρά στην ίδια τη ϑεωρία.
Αυτό που κυρίως αρνούνταν ήταν τα ϕιλοσοφικά συµπεράσµατα του µοντέλου
της Κοπεγχάγης, ενώ συγχρόνως ήθελαν να δεχτούν την ορθότητα της ϑεωρίας
ως προς τις ποσοτικές προβλέψεις της.

4
Ενώ η αντίδραση αυτή απέκτησε υπόσταση µε τα λεγόµενα ‘παϱάδοξα’
(de Broglie, EPR) , δεν µπόρεσε ποτε να διατυπωθεί ως µία πλήρης εναλ-
λακτική ϑεωρία ενάντια στην ‘επίσηµη’ κβαντοµηχανική. Κατάφερε εντού-
τοις να κρατήσει Ϲωντανό το Ϲήτηµα µέχρις ότου, το 1964, ο John Bell
µπόϱεσε να διατυπώσει µία συνθήκη, τις περίφηµες ανισότητες Bell, ϐάσει
των οποίων ήταν καταρχήν δυνατόν να ελεγχθεί πειραµατικά η διαφωνία.
∆ηλαδή αν υπάρχουν κρυµµένες µεταβλητές ή όχι. ΄Ενα σχετικό πείραµα
σχεδιάστηκε και εκτελέστηκε το 1982 από τους Aspect, Dalibard, Rogers και
τα αποτελέσµατα ήταν αναµφίβολα. ∆εν υπάρχουν κρυµµένες µεταβλητές.
Οι κβαντοµηχανικές πιθανότητες δεν οφείλονται σε ατελή γνώση. Είναι ένα
ϑεµελιώδες χαρακτηριστικό του κόσµου µας.

5
2 Είναι η κβαντική µηχανική µία πλήρης ϑεω-
ϱία ; Το πρόβληµα της πληρότητας και των
κρυµµένων µεταβλητών.
Οι ϕυσικοί που διαφωνούσαν µε τη σχολή της Κοπεγχάγης πίστευαν (και αυτή
ήταν η ϐασική διαφωνία) ότι ήταν δυνατό και χρήσιµο να συµπληρώσουν τη
ϑεωρία ώστε να γίνει αιτιοκρατική.
΄Ενα χαρακτηριστικό παράδειγµα που µπορεί να κάνει προφανή τον προ-
ϐληµατισµό τους είναι οι χρόνοι Ϲωής των στοιχειωδών σωµατιδίων, όπου
µποϱούµε να µιλάµε µόνο για µέσους χρόνους Ϲωής, υπάρχει δηλαδή µία
αϐεϐαιότητα στον ακριβή χρόνο διάσπασης, η οποία πηγάζει από τη ϑεω-
ϱία. Παρουσιάζεται έτσι πολύ ϕυσικά η ανάγκη να καταλάβουµε τις αιτίες
που καθορίζουν διαφορετικούς χρόνους Ϲωής σε ασταθή συστήµατα. ΄Ετσι,
ενώ η σύγχρονη ϕυσική δέχεται ϕυσιολογικά µια τέτοια πιθανοκρατική α-
ντιµετώπιση ως εγγενές χαϱακτηϱιστικό της ϕύσης, οι ‘πολέµιοι’ της κβαντι-
κής µηχανικής πίστευαν τότε πως οι πιθανότητες χρησιµοποιούνταν για να
καλυφθούν τα κενά στις γνώσεις µας, των οποίων η συµπλήρωση ϑα οδηγούσε
στην εξάλειψη της πιθανοκρατίας και σε µία ‘σιγουριά’ ανάλογη µε αυτή της
κλασικής µηχανικής. Αυτά ακριβώς τα ‘κενά’ στις γνώσεις µας είναι που
συνήθως ονοµάζουµε κρυµµένες µεταβλητές.
Ας σηµειώσουµε εδώ ότι έχει υποστηριχθεί κατά καιρούς στη ϐιβλιογραφία
και η άποψη πως οι κρυµµένες µεταβλητές είναι εγγενώς µή µετρήσιµες. Σε
ό,τι ακολουθεί όµως ϑα ασχοληθούµε µε κρυµµένες µεταβλητές µη µετρήσι-
µες, λόγω της ακρίβειας των πειραµατικών µας διατάξεων.
Σκεπτόµενοι το Ϲήτηµα των κρυµµένων µεταβλητών η λογική µας οδηγεί
σε µία ϕυσιολογική κατηγοριοποίηση τους. ΄Εχουµε έτσι τις µεταβλητές που
συνδέονται µε την εσωτερική δοµή των σωµατίων και τις µεταβλητές που συν-
δέονται µε υποθετικές διακυµάνσεις του κενού σε µικρές περιοχές γύρω από
τα σωµάτια. Και οι δύο κατηγορίες (εσωτερικές κι εξωτερικές) είναι τοπικές,
ανεξάρτητες δηλαδή την κάθε στιγµή από την παρουσία και τη συµπεριφορά
της ύλης, της ενέργειας ή των διακυµάνσεων του κενού εκείνη τη στιγµή
έξω από µία µικρή περιοχή που περιβάλλει το εξεταζόµενο σωµάτιο. ΄Ολ΄
αυτά σε διαχωρισµό µε υποθετικές µη-τοπικές κρυµµένες µεταβλητές που ϑα
οφείλαµε να χρησιµοποιήσουµε για να αναπαράγουµε όλες τις στατιστικές
προβλέψεις της κβαντικής ϑεωρίας για αλληλεπιδρώντα από απόσταση κβα-
ντικά συστήµατα.
Η ιδέα και µόνο των κρυµµένων µεταβλητών ϑα αποτελούσε ένα ισχυρό
πλήγµα στην έννοια της πληρότητας της κβαντικής µηχανικής, της οποίας
ένα από τα ϐασικά αξιώµατα είναι :

6
‘Η κατάσταση του κάθε σωµατιδίου περιγράφεται πλήρως από την
κυµατοσυνάρτησή του, η οποία περιέχει όλες τις πληροφορίες για
την κατάσταση αυτή’

3 Το παράδοξο του De Broglie


Ο Louis de Broglie παρατήρησε ότι αυτή ακριβώς η έννοια της πληρότητας
οδηγεί σε ορισµένα ιδιότυπα συµπεράσµατα όταν κανείς προσπαθεί να την
εφαρµόσει σε συγκεκριµένες ϕυσικές καταστάσεις.
Ας ϕανταστούµε ένα κουτί µε τελείως ανακλαστικά τοιχώµατα το οποίο
µπορεί να χωριστεί µε ένα διάφραγµα σε δυο µέρη, Α και Β. ΄Εστω ότι το
κουτί περιέχει αρχικά ένα ηλεκτρόνιο που περιγράφεται από την κυµατο-
συνάρτησηση U (x, y, z, t). Αν διαιρέσουµε το κουτί στα δύο µέρη Α και Β και
µεταφέρουµε το Α έστω στο Παρίσι και το Β στο Τόκιο, η νέα κατάσταση ϑα
περιγράφεται κβαντοµηχανικά µε δύο κυµατοσυναρτήσεις UA (x, y, z, t) και
UB (x, y, z, t) ορισµένες στους όγκους VA και VB αντίστοιχα. ΄Εχουµε έτσι τις
πιθανότητες PA και PB , όπου η µία εκφράζει την πιθανότητα να ϐρεθεί το
ηλεκτρόνιο στο κουτί Α και η άλλη να ϐρεθεί στο κουτί Β, µε PA + PB = 1.
Η πληρότητα της ϑεωρίας µας υποχρεώνει να απορρίψουµε την πρόταση :

‘Το ηλεκτρόνιο ϐρίσκεται στην πραγµατικότητα ή στο κουτί Α ή στο


κουτί Β’,

καθώς δίνει καλύτερο εντοπισµό του ηλεκτρονίου από τις κυµατοσυναρτήσεις


και η ορθή κβαντοµηχανικά πρόταση ϑα ήταν :

‘Το ηλεκτρόνιο ϐρίσκεται και στο κουτί Α και στο κουτί Β’

Αν ανοίξουµε το κουτί Α τη χρονική στιγµή t0 και το ηλεκτρόνιο ϐρεθεί στο


Παρίσι, τότε µπορούµε να είµαστε ϐέβαιοι ότι για κάθε χρονική στιγµή t ≥ t0
η πιθανότητα PB να παρατηρηθεί το ηλεκτρόνιο στο Τόκιο είναι 0. Αυτό όµως
συνεπάγεται και µηδενισµό της UB για t ≥ t0 . ΄Ετσι µπορεί να ειπωθεί η
πρόταση :

‘Η παρατήρηση του ηλεκτρονίου στο Παρίσι άλλαξε την κυµατο-


συνάρτηση του Τόκιο, κάνοντας την 0’

Θεωρώντας ότι το ηλεκτρόνιο, εφόσον παρατηρήθηκε στο Παρίσι τη χρονική


στιγµή t0 , ήταν ήδη εκεί και για t < t0 πρέπει να δεχτούµε ότι οι κυµατοσυναρ-
τήσεις UA και UB παριστούν τη γνώση µας για τη ϑέση του ηλεκτρονίου µόνο

7
πριν την παρατήρηση. Συνεπώς µπορούµε να εισάγουµε µια νέα παϱατη-
ϱήσιµη παράµετρο k που ϑα περιγράφει τον εντοπισµό του ηλεκτρονίου στο
κουτί Α ή Β. Αν k = 1 το ηλεκτρόνιο ϑα είναι στο κουτί Α ενώ αν k = −1
το ηλεκτρόνιο ϑα είναι στο κουτί Β. ΄Ετσι ϕτάσαµε στο συµπέρασµα ότι η
καθιερωµένη κβαντοµηχανική που αγνοεί το k δεν είναι πλήρης(!). Αυτή η
παράµετρος είναι ένα παράδειγµα κρυµµένης µεταβλητής.
Εάν ϑέλαµε να επιµείνουµε για την πληρότητα της κβαντικής µηχανικής,
ϑα έπρεπε να ισχυριστούµε ότι ένα ηλεκτρόνιο µπορεί να υπάρχει συγχρόνως
και στα δύο κουτιά και η παρατήρησή του στο ένα προκαλεί την εξαφάνισή
του στο άλλο.
Ποιά είναι λοιπόν η αιτία του παραδόξου ; Η ίδια η έννοια της πραγ-
µατικής ύπαρξης του ηλεκτρονίου µέσα στο χώρο και στο χρόνο ! Για να
υπερασπιστεί κανείς την πληρότητα της ϑεωρίας ϑα πρέπει να δεχτεί πως
στερείται νοήµατος κάθε πρόταση για τον εντοπισµό ενός σωµατίου πριν από
την πραγµατική παρατήρησή του. ∆ηλαδή οι αντιφάσεις αποφεύγονται αν
επιµείνει κανείς µόνο σε παρατηρήσεις που έχουν γίνει και όχι στο τι κάνει
το σωµάτιο πριν τη µέτρηση.
Ως συµπέρασµα µπορούµε να πούµε πως το παράδοξο του de Broglie
υπάρχει µόνο γι΄ αυτούς που προτιµούν µια ϱεαλιστική ϑεώρηση των πραγ-
µάτων (τα σωµάτια υπάρχουν ανεξάρτητα από τις παρατηρήσεις µας).

4 Σωµάτια µε σπιν 1/2


΄Εστω R τυχόν παρατηρήσιµο σπιν που αντιστοιχεί στην 2 × 2 ερµιτιανή µή-
τρα Rb . Αν κάνουµε µία σειρά Ν µετρήσεων του R πάνω σε σωµάτια της ί-
διας προπαρασκευής (µε την ίδια αρχική κυµατοσυνάρτηση), τα µόνα δυνατά
αποτελέσµατα που ϑα πάρουµε, συµφωνα µε την κβαντική µηχανική ϑα εί-
ναι οι δύο ιδιοτιµές της µήτρας R b . ΄Εστω επίσης το παρατηρήσιµο R2 . Οι
ιδιοτιµές του ϑα είναι απλά οι µετρήσεις του R στο τετράγωνο.
Ας υποθέσουµε ότι τα αποτελέσµατα των µετρήσεων, έστω R : r1 , . . . , rN
προσδιορίζονται στην πραγµατικότητα από τις τιµές που έχει µία κρυµµένη
µεταβλητή k πριν από τις µετρήσεις. ∆ηλαδή ϑα είναι : r1 (k1 ), . . . , rN (kN ).
Αν η προπαρασκευή των σωµατιδίων είναι τέτοια ωστε το k να είναι πάντα ίδιο
πριν απ΄ όλες τις µετρήσεις, έστω k = k0 , τότε σε κάθε µέτρηση ϑα πάρουµε
το ίδιο αποτέλεσµα.
Για το σύνολο αυτών των σωµατιδίων ισχύουν οι σχέσεις :

1 X 1 X 2
< R >= ri = r(k0 ) < R2 >= r = r2 (k0 )
N i N i i

8
Κι εποµένως για την αβεβαιότητα του µεγέθους R ϑα έχουµε :

(dR)2 =< R2 > − < R >2 = 0

Καταλήξαµε λοιπόν στο συµπέρασµα ότι δεν υπάρχει διασπορά για το


παρατηϱήσιµο µέγεθος R εφοσον η κρυµµένη µεταβλητή έχει µία σταθερή
τιµή.
΄Αµεση είναι η γενίκευση λαµβάνοντας όλα τα παρατηρήσιµα µεγέθη για
το συγκεκριµένο σύνολο σωµατιδίων. Ακολουθώντας την παραπάνω ανάλυση
και ϑεωρώντας κρυµµένες µεταβλητές για καθένα από τα µεγέθη, όλα τα
παρατηρήσιµα µεγέθη όταν µετρηθούν, ϑα πρέπει να έχουν µία συγκεκρι-
µένη τιµή κι εποµένως µηδενική διασπορά. Τότε λέµε ότι το ϑεωρούµενο
στατιστικό σύνολο είναι ένα σύνολο χωρίς διασπορά (dispersion free). Η
γενικότερη πρόταση, που περιλαµβάνει και την περίπτωση της µη αντιµετα-
ϑετικότητας µεταξύ των µητρών των παραπάνω µεγεθών (και εποµένως της µη
ταυτόχρονης µέτρησής τους), είναι η εξής :

‘Αν δεχόµαστε την ύπαρξη κρυµµένων µεταβλητών µπορούµε πά-


ντα να ϑεωρήσουµε ένα στατιστικό σύνολο σωµατιδίων σαν άϑροι-
σµα από υποσύνολα χωρίς διασπορά’

Το ϑεώρηµα Von Neumann στρέφεται ακριβώς ενάντια στην ύπαρξη τέ-


τοιων συνόλων.

9
5 Θεώρηµα Von Neumann
‘ . . . Η εισαγωγή κρυµµένων µεταβλητών είναι αδύνατη χωρίς ϐασικές
αλλαγές στην υπάρχουσα ϑεωρία . . . ’

John Von Neumann

Η ανάπτυξη του ϑεωρήµατος Von Neumann για τη γενική περίπτωση είναι


αρκετα εκτεταµένη και µπορεί να ϐρεθεί στη ϐιβλιογραφία που παρατίθεται.
Εδώ απλά ϑα δούµε τη διατύπωση, την εφαρµογή και την απόδειξή του για
σωµατίδια µε σπιν 1/2. Το ϑεώρηµα ϐασίζεται στα εξής τρία αξιώµατα :

1. Μεταξύ των παρατηρήσιµων σπιν και των 2 × 2 ερµιτιανών µητρών υ-


πάρχει αµφιµονοσήµαντη αντιστοιχία.

2. Αν στο παρατηρήσιµο R αντιστοιχεί η µήτρα R


b , τότε στο παρατηρήσιµο
f (R) αντιστοιχεί η µήτρα f (R)
b .

3. Αν R και S είναι τυχόντα παρατηρήσιµα και a,b πραγµατικοί αριθµοί,


ισχύει η επόµενη σχέση :

< a · R + b · S >= a < R > +b < S >

Από τα αξιώµατα αυτά ο Von Neumann απέδειξε ότι δεν είναι δυνατόν να
υπάρχουν σύνολα µετρήσεων χωρίς διασπορα. Στη συνέχεια ϑα δούµε το
πως.
Ας υποθέσουµε ότι υπάρχει µία κρυµµένη µεταβλητή k που καθορίζει
τα αποτελέσµατα των µετρήσεων κάθε παρατηρούµενου σπιν. ΄Εστω ότι η k
έχει µία ορισµένη τιµή k0 , δηλαδή το σύνολο είναι χωρίς διασπορά. ΄Εστω
επίσης R,S ,T τρία παρατηρήσιµα µεγέθη και R b ,S
b,Tb τα αντίστοιχα µητρώα.
Μετρήσεις των R,S ,T οδηγούν αναγκαστικά στο ότι :

1. Το R έχει µία ορισµένη τιµή r(k0 ) που είναι ιδιοτιµή του R


b.

2. Το S έχει µία ορισµένη τιµή s(k0 ) που είναι ιδιοτιµή του Sb.

3. Το T έχει µία ορισµένη τιµή t(k0 ) που είναι ιδιοτιµή του Tb .

Ας υποθέσουµε ότι οι µήτρες ορίζονται από τις σχέσεις :

R
b =σ ,
1 Sb = σ2 , Tb = ~σ · ~η

10

η = (1, 1, 0) άρα |~η | = 2. Είναι προφανές
όπου σ οι πίνακες του Pauli και ~
ότι Tb = R
b+S b και εποµένως T = R + S . Εφαρµόζοντας το αξίωµα 3) στην
τελευταία σχέση έχουµε :

< T >=< R > + < S > −→ t(k0 ) = r(k0 ) + s(k0 )

Η τελευταία όµως σχέση δεν√µπορεί να ισχύει γιατί οι ιδιοτιµές των R


b και S
b
είναι ±1 και του T είναι ± 2 και µε οποιονδήποτε συνδυασµό δεν µπορεί
b
να ισχύει η :

± 2 = ±1 ± 1

Βλέπουµε ότι ξεκινώντας από τα αξιώµατα του Von Neumann και από τη υ-
πόϑεση συνόλων χωρίς διασπορά οδηγηθήκαµε σε αντίφαση. Αν δεχτούµε τα
αξιώµατα, πρέπει συγχρόνως να συµπεράνουµε ότι δεν µπορεί να υπάρχουν
σύνολα χωρίς διασπορά. Κι αυτό σηµαίνει ότι η κβαντική µηχανική δεν µπο-
ϱεί να συµπληρωθεί µε κρυµµένες µεταβλητές.

6 Το πρόβληµα µε το ϑεώρηµα Von Neumann


Τα αξιώµατα του ϑεωρήµατος δεν είναι αρκετά γενικά ώστε να καλύπτουν
κάθε ϕυσική περίπτωση. Ας σηµειώσουµε καταρχήν ότι οι ενστάσεις δεν
απευϑύνονται στα αξιώµατα 1) και 2). Αν δεν ίσχυαν τα αξιώµατα αυτά
ϑα έπρεπε να αναζητήσουµε µια άλλη ϑεωρία καθώς ο ϕορµαλισµός της
κβαντικής µηχανικής είναι χτισµένος πάνω στην αντιστοιχία ανάµεσα στα
παρατηρήσιµα µεγέθη και στους ερµιτιανούς τελεστές. Το πρόβληµα υπάρχει
µε το αξίωµα 3), το οποίο κάνει το ϑεώρηµα να απευθύνεται σε µια ειδική
κατηγορία µεγεθών, αυτών που ικανοποιούν το αξίωµα 3). Το ϑεώρηµα είναι
δηλαδή κυκλικό.
Ως αντιπαράδειγµα στο ϑεώρηµα Neumann, ϑα παρουσιάσουµε ένα ϕυ-
σικό µοντέλο µε µετρήσεις σωµατιδίων µε σπιν 1/2, που αναπαράγει της προ-
ϐλέψεις της κβαντικής µηχανικής για τις τιµές του σπιν και τις πιθανότητες.
Το ίδιο το µοντέλο ϐέβαια είναι αρκετά ελλιπές κυρίως γιατί παραβλέπει το
δυαδισµό σωµάτιο-κύµα. Οι υποθέσεις του µοντέλου είναι οι εξής :

1. Τα σωµατίδια µε σπιν 1/2 µπορούν να εξοµοιωθούν µε στροβιλιζόµενες


σφαίρες που κινούνται κατά µήκος του άξονα x. Η ενδογενής στροφορ-
µή (σπιν) της κάθε σφαίρας, έστω ~k , υποθέτουµε ότι κείται πάντα στο
επίπεδο yz , κάθετο στη διεύθυνση της κίνησης.

11
2. Για να
! αναπαράγουµε τις πιθανοκρατικές ιδιότητες της κατάστασης
1
(σπιν πάνω), δεχόµαστε ότι το στατιστικό σύνολο των σφαιρών
0
!
1
που περιγράφονται σαν χαρακτηρίζεται από µια τέτοια στατιστι-
0
κή κατανοµή

Σχήµα 1:

των διανυσµάτων ~k , ώστε η πυκνότητα πιθανότητας ρ(θ) της γωνίας θ


που το ~k σχηµατίζει µε τη διεύθυνση z να είναι :

1 π π
ρ(θ) = cos θ, ∀ θ ∈ [− , ]
2 2 2
π π
ρ(θ) = 0, ∀ θ > ,θ < −
2 2
3. ∆ιαθέτουµε µία συσκευή µέτρησης του παρατηρήσηµου µεγέθους R,
το οποίο ορίζεται από τη σχέση :

R σ · β~
b = aIb + ~

η οποία λειτουργεί µε τον εξής τρόπο : µετρά το πρόσηµο ±1 της


προβολής του ~k πάνω στο τυχόν διάνυσµα β
~ , το πολλαπλασιάζει επί
~ και προσθέτει το α στο εξαγόµενο.
|β|

Ας δούµε τώρα γιατί επιλέξαµε το µοντέλο µε τα χαρακτηριστικά αυτά και


πως αναπαράγει τα αποτελέσµατα της κβαντικής ϑεωρίας.

12
Καταρχήν η διαδικασία µέτρησης όπως ορίστηκε στο 3) υπονοεί ότι τα
αποτελέσµατα που ϑα πάρουµε δε ϑα διαφέρουν από το α ± |β| ~ , εξασφαλί-
Ϲοντας έτσι ότι δε ϑα υπάρχει διαφορά από την κβαντοµηχανική πρόβλεψη.
∆εύτερον, σαν ειδική περίπτωση του πρώτου, αν η συσκευή µέτρησης δείχνει
σ3 , τότε α = 0 και β~ = ẑ (µοναδιαίο του άξονα z ) και ϑα πρέπει η γωνία
µεταξύ των διάφορων ~k και του β~ να είναι πάντα µεταξύ − π και π , οπότε η
2 2
προβολή των ~k πάνω στο β ~ δε ϑα είναι ποτέ αρνητική. Σα συνέπεια όλες οι
µετρήσεις ϑα δίνουν σ3 = 1 που συµφωνεί µε το ότι η κατάσταση είναι µία
ιδιοκατάσταση του σc3 µε ιδιοτιµή +1. Τρίτον, η πυκνότητα πιθανότητας, που
δεν είναι ποτέ αρνητική, είναι κανονικοποιηµένη, καθώς :
π
1Z 2
cos θdθ = 1
2 − π2

Τέλος, µπορούµε να υπολογίσουµε τις πιθανότητες p1 και p2 για τα αποτε-


~ και a − |β|
λέσµατα a + |β| ~ , για τις παρατηρήσεις του τυχαίου παρατηρήσιµου
R. Αυτές οι πιθανότητες αντιστοιχούν στο να ϐρούµε ~k·|β|
~ = 1 και ~k·|β|
~ = −1.
Για τον υπολογισµό της p1 ϑα υπολογίσουµε το ολοκλήρωµα της ρ(θ) πάνω
στη διαγραµµισµένη επιφάνεια Α του σχήµατος 2, διότι σύµφωνα µε την
παραδοχή 2) τα ~k περιορίζονται µόνο στο άνω ηµικύκλιο.

Σχήµα 2: Χώρος ολοκλήρωσης p1

13
΄Εχουµε :
Z
1 1 + cos θβ
p1 = dθ cos θ =
A 2 2
κι επειδή p1 + p2 = 1

1 − cos θβ
p2 =
2
και εφόσον

β~ β3
cos θβ = ẑ · =
~
|β| ~
|β|
τελικά :
1 β3 1 β3
p1 = (1 + ) p2 = (− )
2 ~
|β| ~
2 |β|
Οι προβλέψεις αυτές συµφωνούν µε τις προβλέψεις της κβαντοµηχανικής
που λαµβάνονται αν εξισώσουµε τις δύο εκφράσεις για τη µέση τιµή του R
!
~ + p2 (a − |β|)
~ =
  1
< R >= p1 (a + |β|) 1 0 R
b
0

Από τη µία λοιπόν το µοντέλο αυτό δίνει ακριβώς τα ίδια αποτελέσµατα


µε την κβαντοµηχανική, από την άλλη τα αποτελέσµατα αυτά καθορίιζονται
τελείως από την τιµή της παραµέτρου ~k . ΄Ετσι το µοντέλο και οι µετρήσεις
εµφανίζονται σαν αιτιοκρατικές διαδικασίες κι έχουµε εποµένως παρουσιάσει
µία αιτιοκρατική γενίκευση της κβαντοµηχανικής ϑεωρίας για σπιν 1/2.
Το µοντέλο κάνει δηλαδή ό,τι ακριβώς απαγορεύει το ϑεώρηµα Neumann
και το επόµενο ϐήµα είναι να δούµε το κατά πόσο ισχύουν τα αξιώµατα του
µέσα στο µοντέλο αυτό.
Θεωρούµε ένα σύνολο χωρίς διασπορά από σωµατίδια που όλα έχουν
~
το k πάνω στη διχοτόµο του τεταρτοκυκλίου yz και µετράµε για ένα µέρος
αυτού του συνόλου το παρατηρήσιµο µέγεθος που αντιστοιχεί στη µήτρα σ c2 ,
για ένα δεύτερο µέρος του το παρατηρήσιµο σ c3 και για ένα τρίτο µέρος το
παρατηρήσιµο ~ σ·m~ , όπου m~ = (0, 1, 1). Τα παρατηρήσιµα έχουν εκλεγεί
έτσι ώστε :

σc2 + σc3 = ~σ · m
~

14
Επειδή τα ~k των σωµατιδίων σχηµατίζουν οξείες γωνίες µε τους άξονες
y και z κι εποµένως
√ και µε το m
~ , ϑα έχουµε < σc2 >= 1, < σc3 >= 1,
< ~σ · m
~ >= 2 και προφανώς :

< ~σ · m
~ >6=< σc2 > + < σc3 >

που σηµαίνει ότι το αξίωµα 3) του ϑεωρήµατος Neumann παραβιάζεται στο


χωρίς διασπορά αυτό σύνολο.
΄Οσο απλό κι αν ϕαίνεται το παραπάνω µοντέλο πρέπει να λάβουµε υπόψιν
µας τη δυσµένεια κάτω από την οποία δούλευαν ϕυσικοί όπως οι Einstein,
de Broglie, Bohm, Bell, αντιµαχόµενοι ένα ϑεώρηµα το οποίο ϕάνταζε πα-
ντοδύναµο, λόγω της µεγαλοφυίας του John Von Neumann αλλά και της
υποστήριξης που έτυχε από τη Σχολή της Κοπεγχάγης.

15
7 Βιβλιογραφία
1. Daniel F. Styer: The strange world of Quantum Mechanics

2. Franco Selleri: Quantum paradoxes and physical reality

3. Elemer E. Rosinger: What is wrong with Von Neumann’s theorem on


‘‘no hidden variables’’

4. J. S. Bell: Speakable and unspeakable in quantum mechanics: col-


lected papers on quantum philosophy

5. J. S. Bell:On the problem of hidden variables in quantum mehanics

6. John Von Neumann: Mathematical Foundation of Quantum Mecha-


nics (english translation)

7. Louis de Broglie: Journ. Phys. Rad. 20, 963 (1959)

8. Στέφανου Τραχανά : Κβαντοµηχανική Ι, ΙΙ

9. Αργύρη Νικολαϊδη : Κβαντικές πραγµατικότητες - Ανισότητες Bell

10. www.wikipedia.org

16

You might also like