Professional Documents
Culture Documents
1
2. Η μεταφορά της εσθήτος, της Τιμίας Ζώνης, της Σκέπης της Παναγίας
στην Κωνσταντινούπολη εντάσσεται σ᾽ ένα γενικότερο πρόγραμμα των
Βυζαντινών αυτοκρατόρων, αρχής γενομένης με το Μέγα Κωνσταντίνο και
την Αγία Ελένη, για την προστασία των ιερών τόπων της Αποστολικής
Εκκλησίας αλλά και της χριστιανικής σήμανσης της νέας πρωτεύουσας του
Κράτους. Η κραταίωση της ορθόδοξης πίστης με τις αποφάσεις των
Οικουμενικών Συνόδων στην Έφεσο και τη Χαλκηδόνα θα αναζωπυρρώσει το
ενδιαφέρον των χριστιανών αυτοκρατόρων, που θέτουν την προστασία της
αυτοκρατορίας στην προστασία των Μαρτύρων και της Θεοτόκου, οπότε
εμφανίζονται και οι πρώτοι ναοί προς τιμήν της. Έτσι βαθμιαία η Κυρία
Θεοτόκος, της οποίας τα τεκμήρια του επίγειου βίου της φυλάσσονται στη νέα
πρωτεύουσα, ανυψώνεται, όπως στη Θεία Λειτουργία, στην Υπέρμαχο
Στρατηγό.
3. Πάντως, η μετάθεση της εορτής από την 1η Οκτωβρίου στις 28
Οκτωβρίου, αν και δικαιολογημένη για τους Έλληνες, δεν δικαιολογεί την
αλλαγή των Προφητικών Αναγνωσμάτων, γιατί τα Προφητικά Αναγνώσματα
της 1ης Οκτωβρίου, τα οποία ταυτίζονται νοηματικά πλήρως με το Αποστολικό
Ανάγνωσμα, τα θεοφανικά γεγονότα του άσαρκου Λόγου ως εξαγγελίες τοῦ
αυτού και ένσαρκου, όπως επίσης και τη διακονία της Παναγίας στο μυστήριο
της Ενανθρωπήσεως του Λόγου. Η αφορμή του εορτασμού είναι η φανέρωση
της Παναγίας στο μοναχό Ανδρέα, τον Όσιο Ανδρέα το Σαλό, και τον
ακόλουθό του Επιφάνιο, σε μία αγρυπνία τους στην Παναγία των Βλαχερνών,
όπου, σύμφωνα με την υμνολογία της ημέρας, η Παναγία, ακολουθούμενη από
πλήθος αγγέλων και τους Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο και τον Ευαγγελιστή
Ιωάννη φανερώνεται και απλώνει τη σκέπη της ως προστασία και σκέπη του
πιστού λαού της Βασιλεύουσας, σε μία περίοδο πολιορκίας από τους Άραβες
επί Λέοντος ΣΤ´ του Σοφού (886-911): «Μέγα καὶ παράδοξον θαῦμα σήμερον, ὁ
θαυμαστὸς Ἀνδρέας τεθέαται, ἐν τῷ περιβλέπτῳ ναῷ τῶν Βλαχερνῶν· ἡ γὰρ
Παντάνασσα Δέσποινα, λαμπροφανὴς ἐπιστᾶσα, ὑπ᾽ Ἀγγέλων δορυφορούντων
προπεμπομένη, μέσον δὲ τοῦ Βαπτιστοῦ, καὶ Θεολόγου Ἰωάννου
χειροκρατουμένη, ἔνδον τῶν ἀδύτων εἰσελθοῦσα καὶ τὸ ἐκεῖσε φρουρούμενον
μαφόριον αὐτῆς ἀναπτύξασα, τὸ τῆς παρθενίας φρικτὸν τεκμήριον, μεθ᾽ οὗ τὴν
ἄχραντον κεφαλὴν αὐτῆς περιέσκεπεν, ἐν κόσμῳ περιοῦσα, καὶ τοῦτο
ἐφαπλώσασα, τὸν πιστὸν λαὸν περιέσκεπεν· ὃ καὶ κατιδὼν ὁ ἱερὸς Ἐ πιφάνιος,
φόβῳ καὶ χαρᾷ συσχεθεὶς τὸν διδάσκαλον ἐπηρώτα· ὢ τοῦ θαύματος, τὴν
χάριν αὐτῆς ἡ Βασίλισσα, διὰ τοῦ μαφορίου αὐτῆς τοῖς πιστοῖς διένειμεν,
οὗτινος θαύματος τὴν ἀνάμνησιν ἑορτάζοντες, τῇ Θεοτόκῳ βοήσωμεν,
σκέπασον καὶ ἡμᾶς ἐν τῇ Σκέπῃ σου Πανάχραντε, καὶ ῥῦσαι κολάσεως τὰς
ψυχὰς ἡμῶν», Εἰς τὴν Λιτήν, Ἰδιόμελο α´, ἦχος α´.
2
4. Οι Πατέρες της Εκκλησίας, που ενέταξαν στο εορτολόγιο της Εκκλησίας
το θαύμα της φανέρωσης της Παναγίας με τη Σκέπη της, η οποία εφυλάσσετο
στον Άγιο Σορό στις Βλαχέρνες, προσέγγισαν το τίμιο ένδυμα όχι αποκομμένο
από τον κύκλο των Θεομητορικών εορτών. Θέλω να το επισημάνω αυτό μετ᾽
εμφάσεως, όπως αποδεικνύεται από την ίδια τη δομή της εορτής, όπου
κυριαρχούν οι Καταβασίες της Θεοτόκου, τα Προφητικά Αναγνώσματα με
κέντρο τις Θεοφάνειες του Λόγου στο Μωϋσή και το Αποστολικό Ανάγνωσμα,
άκρως ευχαριστιακού προχειρισμού, ταυτιζόμενο με το Αποστολικό
Ανάγνωσμα των Εισοδίων της Θεοτόκου, όπως και τα Προφητικά
Αναγνώσματα με την ίδια θεματολογία περί της Σκηνής και της Κιβωτού του
Μαρτυρίου. Σημειωτέον ότι η θαυμαστή φανέρωση γίνεται εν ώρα αγρυπνίας
στο Ναό, η δε Παναγία είναι προσευχόμενη, όπως και η ιερά συνοδεία της,
γιατί τα άγια της πίστεως δεν είναι να περιφέρονται αδιακρίτως ανά τας οδούς
και τας ρύμας είτε προς επίδειξη, είτε προς πλουτισμό, θρησκευτική
μαζικοποίηση των πιστών και σκανδαλισμό των απιστούντων, όπως
καταντήσαμε στις μέρες μας. Τα άγια της πίστης μας περιβάλλουν το μυστήριο
της Θείας Οικονομίας και προσεγγίζονται και προσκυνώνται μόνο, και μόνο,
λειτουργικά.
3
χρόνο στη Σκηνή του Μαρυτίου: «7 εἰς δὲ τὴν δευτέραν ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ
μόνος ὁ ἀρχιερεύς, οὐ χωρὶς αἵματος, ὃ προσφέρει ὑπὲρ ἑαυτοῦ καὶ τῶν τοῦ
λαοῦ ἀγνοημάτων» (Ἑβρ. θ´, 7). Ο Προφήτης οράται την όγδοη ημέρα και το
επέκεινα αυτής, το ευχαριστιακό δείπνο της Πεντηκοστής με την κατά
ανατολάς κλειστή πύλη, δηλαδή την Παναγία και το γεγονός της
Ενανθρωπήσεως του Λόγου και τη Θεία Ευχαριστία: «Ἔσται ἀπὸ τῆς ἡμέρας
τῆς ὀγδόης καὶ ἐπέκεινα, ποιήσουσιν οἱ ἱερεῖς ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον τὰ
ὁλοκαυτώματα ὑμῶν καὶ τὰ τοῦ σωτηρίου ὑμῶν, καὶ προσδέξομαι ὑμᾶς, λέγει
Κύριος. Καὶ ἐπέστρεψέ με κατὰ τὴν ὁδὸν τῆς πύλης τῶν Ἁγίων τῆς ἐξωτέρας,
τῆς βλεπούσης κατὰ ἀνατολάς, καὶ αὕτη ἦν κεκλεισμένη. Καὶ εἶπε Κύριος πρός
με· ἡ πύλη αὕτη κεκλεισμένη ἔσται, οὐκ ἀνοιχθήσεται, καὶ οὐδεὶς μὴ διέλθῃ δι᾽
αὐτῆς ὅτι Κύριος ὁ Θεὸς Ἰσραὴλ εἰσελεύσεται δι᾽ αὐτῆς καὶ ἔσται κεκλεισμένη.
Διότι ὁ ἡγούμενος οὗτος καθήσεται ἐν αὐτῇ, τοῦ φαγεῖν ἄρτον ἐναντίον
Κυρίου» (Ἰεζ. κεφ. 43, 27- 44, 2-3).
2. Στο δεύτερο Προφητικό Ανάγνωσμα (Ἐ ξόδ. κεφ. 3, 1-8) καταγράφεται
1
1
. «Καὶ Μωυσῆς ἦν ποιµαίνων τὰ πρόβατα ᾿Ιοθόρ τοῦ γαµβροῦ αὐτοῦ τοῦ
ἱερέως Μαδιὰµ καὶ ἤγαγε τὰ πρόβατα ὑπὸ τὴν ἔρηµον καὶ ἦλθεν εἰς τὸ ὄρος
Χωρήβ. 2 ὤφθη δὲ αὐτῷ ἄγγελος Κυρίου ἐν πυρὶ φλογὸς ἐκ τοῦ βάτου, καὶ
ὁρᾷ ὅτι ὁ βάτος καίεται πυρί, ὁ δὲ βάτος οὐ κατεκαίετο. 3 εἶπε δὲ Μωυσῆς·
παρελθὼν ὄψοµαι τὸ ὅραµα τὸ µέγα τοῦτο, ὅτι οὐ κατακαίεται ὁ βάτος. 4 ὡς
δὲ εἶδε Κύριος ὅτι προσάγει ἰδεῖν, ἐκάλεσεν αὐτὸν ὁ Κύριος ἐκ τοῦ βάτου
λέγων· Μωυσῆ, Μωυσῆ. ὁ δὲ εἶπε· τί ἐστι; 5 ὁ δὲ εἶπε· µή ἐγγίσῃς ὧδε. λῦσαι
τὸ ὑπόδηµα ἐκ τῶν ποδῶν σου· ὁ γὰρ τόπος, ἐν ᾧ σὺ ἕστηκας, γῆ ἁγία ἐστί. 6
καὶ εἶπεν· ἐγώ εἰµι ὁ Θεὸς τοῦ πατρός σου, Θεὸς ῾Αβραὰµ καὶ Θεὸς ᾿Ισαὰκ καὶ
Θεὸς ᾿Ιακώβ. ἀπέστρεψε δὲ Μωυσῆς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ· εὐλαβεῖτο γὰρ
κατεµβλέψαι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. 7 εἶπε δὲ Κύριος πρὸς Μωυσῆν· ἰδὼν εἶδον
τὴν κάκωσιν τοῦ λαοῦ µου τοῦ ἐν Αἰγύπτῳ καὶ τῆς κραυγῆς αὐτῶν ἀκήκοα
ἀπὸ τῶν ἐργοδιωκτῶν· οἶδα γὰρ τὴν ὀδύνην αὐτῶν, 8 καὶ κατέβην ἐξελέσθαι
αὐτοὺς ἐκ χειρὸς τῶν Αἰγυπτίων καὶ ἐξαγαγεῖν αὐτοὺς ἐκ τῆς γῆς ἐκείνης
καὶ εἰσαγαγεῖν αὐτοὺς εἰς γῆν ἀγαθὴν καὶ πολλήν, εἰς γῆν ρέουσαν γάλα καὶ
µέλι».
4
Θεοφάνειες του άσαρκου Λόγου της προφητικής παραδόσεως, όπου με τη
βάτο προτυπώνεται η Θεοτόκος.
3. Ο Απόστολος Παύλος, απευθυνόμενος προς τους Εβραίους χριστιανούς
(και δεν λαμβάνω υπόψη μου τί λένε οι βιβλικοί θεολόγοι, αν προέρχεται η
Επιστολή από τη γραφίδα του Αποστόλου Παύλου ή από άλλο χέρι
χριστιανού, γιατί τα κείμενα της Αγίας Γραφής καταγράφουν τα γεγονότα της
εκκλησιαστικής κοινότητας του αρχαίου και του νέου Ισραήλ σε μία συνέχεια
μαρτυρίας κηρύγματος και υμνολογίας, ανεξαρτήτως κονδυλογράφων), τους
εξηγεί ότι όλες οι Θεοφάνειες του Ισραήλ εκβάλλουν και
ανακεφαλαιώνονονται στο Χριστό, ο οποίος συνέχει τα τρία αξιώματα του
Ισραήλ, τον οποίο εισάγει στο Μυστικό Δείπνο ολοτελώς (βασιλεύς-
δημιουργός, προφήτης/διδάσκαλος (γι᾽ αυτό χρησιμοποιεί τις παραβολές) και
ιερεύς/ θύτης και θύμα, προσφέρων, προσφερόμενος, δεχόμενος τη λογική
θυσία, ορωμενος και μετεχόμενος Πνευματικώς δυνάμει υπό όλων.
4. Με το σημερινό Αποστολικό Ανάγνωσμα η Εκκλησία εντάσσει τη
ανάμνηση της Αγίας Σκέπης της Παναγίας στην εξαίρετη θέση που έχει η
Υπεραγία Θεοτόκος στο Μυστήριο της Θείας Οικονομίας του Υιού της και
Θεού ημών και όλου του ανθρώπινου γένους, όπως εν συνόψει καταγράφεται
στο τέταρτο και πέμπτο Ιδιόμελο της Λιτής, ἦχος δ´: «ᾌσμα ᾀσμάτων, σὺ
ὑπάρχεις Θεόνυμφε Δέσποινα νόων χαρμονή, καὶ βροτῶν παραμύθιον, πόλου
τε καὶ γῆς Κυρία καὶ πρύτανις, ἀνάκτων πιστῶν δὲ διάδημα, εὐσεβοῦντος λαοῦ
κέρας, γέφυρα πρὸς Ἐ δέμ, καὶ κλῖμαξ πρὸς οὐρανοὺς ἀναφέρουσα· πόλις τοῦ
Θεοῦ, καὶ θρόνος ἔμψυχος τοῦ Δεσπότου τῆς κτίσεως σκεῦος ζωῆς πανέντιμον,
παράδεισος ἀκηράτου τρυφῆς, θυσιαστήριον πάγχρυσον, πνευματικοῦ
πανευώδους θυμιάματος, λαμπὰς φωτοπάροχος, καὶ μάννα ἐπουράνιον, λαβὶς
ἀνθρακοφόρος μυστική, καὶ ῥόδον ἡδύπνοον τράπεζα τοῦ οὐρανίου Ἄρτου,
καὶ φωτὸς ἀδύτου λαμπηδών, ῥοδοδάκτυλος αὐγὴ τοῦ νοητοῦ ἠλίου, καὶ
Σκέπη ἀναψυχῆς σωτηρίας, σκέπουσα ἡμᾶς καὶ πρός τὴν ἄνω Ἱερουσαλὴμ
ὁδηγοῦσα καὶ σῴζουσα», και ἦχος πλ. α´: «Θαῦμα θαυμάτων πανθαύμαστον,
καὶ τέρας φύσεως φρικτὸν καὶ ξενήκουστον, ὑπάρχεις Θεόνυμφε Δέσποινα,
θυμηδία ποθεινή, ἡ πλημμυροῦσα χάρισι τὸν πιστὸν λαόν, ἀΰλου σου φωτὸς
μαρμαρυγαῖς, ὡς οὖσα Μήτηρ τοῦ Φωτός, σκέπη τε ἀπόρων, ἡμᾶς
περισκέπουσα, δωρεῶν δὲ ἐνθέων ζωοπάροχος χάρις βράβευσον οὖν ἡμῖν σὴν
χάριν, λιτανεύουσι σὴν δόξαν, καὶ τὸ σὸν κεχαριτωμένον ὄνομα, πανευλαβῶς
γεραίρουσιν, ὡς τέμενος τιμαλφέστατον τοῦ Δεσπότου ὑπάρχουσα, σκήνωμά
τε θεοχώρητον, Θεοῦ τοῦ ἀχωρήτου, καὶ λυχνία ἑπτάφωτος, ἡ τὸ τῷ λαμπάδιον
Χριστόν, κόσμῳ κυήσασα, Μαρία Μητροπάρθενε, τοῦ κόσμου μεσίτρια, καὶ
ἡμῶν τῆς σῆς ποίμνης διάσωσμα μὴ οὖν ἐλλείπῃς ἡμᾶς περισκέπουσα, καὶ
ὀξέως προφθάνουσα, ἐν συμφοραῖς καὶ κακώσεσι· σὲ γὰρ προστάτιν ἐν πᾶσιν
ἀεὶ κεκτήμεθα, καὶ τῇ ἀμάχῳ σου Σκέπῃ περιφρουρούμεθα».
5
5. α) Απέναντι σε ένα αντισημιτικό πνεύμα, που διαπνέει πολλούς
χριστιανούς, οι οποίοι οδηγούνται στην υποτίμηση της Παλαιάς Διαθήκης και
σε μία συνθηματολογική χρήση της Καινής Διαθήκης, πρέπει να σημειώσω ότι
Εκκλησία χωρίς την Προφητική μαρτυρία και παράδοση δεν υφίσταται, γιατί
μία τέτοια εκδοχή της Εκκλησίας συνιστά συγκαιριακή οργάνωση και
κατασκευή, που δεν έχει σχέση με την οικουμενικότητα και τη συμπαντική
συναγωγή επί τω αυτώ της κτίσης και της ιστορίας του ανθρώπινου γένους και
μιας πορείας του στους ανοιχτούς ορίζοντες της των πάντων φωτοδοσίας. β) Ο
όρος Ολοκαύτωμα για τον Εβραϊκό λαό έχει άκρως βιβλικό περιεχόμενο, και
οφείλουμε να ανακαλούμε για την κατανόηση της απάνθρωπης περιπέτειά τους
όλα τα γεγονότα της Προφητικής παραδόσεως ως κοινής ζωής του
ανθρώπινου γένους.
Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Λουκ. η´, 41-56: «41 καὶ ἰδοὺ ἦλθεν ἀνήρ, ᾧ
ὄνομα Ἰάειρος, καὶ οὗτος ἄρχων τῆς συναγωγῆς ὑπῆρχε· καὶ πεσὼν παρὰ τοὺς
πόδας τοῦ Ἰησοῦ παρεκάλει αὐτὸν εἰσελθεῖν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ, 42 ὅτι
θυγάτηρ μονογενὴς ἦν αὐτῷ ὡς ἐτῶν δώδεκα καὶ αὕτη ἀπέθνῃσκεν. Ἐ ν δὲ τῷ
ὑπάγειν αὐτὸν οἱ ὄχλοι συνέπνιγον αὐτόν. 43 καὶ γυνὴ οὖσα ἐν ῥύσει αἵματος
ἀπὸ ἐτῶν δώδεκα, ἥτις ἰατροῖς προσαναλώσασα ὅλον τὸν βίον οὐκ ἴσχυσεν ὑπ'
οὐδενὸς θεραπευθῆναι, 44 προσελθοῦσα ὄπισθεν ἥψατο τοῦ κρασπέδου τοῦ
ἱματίου αὐτοῦ, καὶ παραχρῆμα ἔστη ἡ ῥύσις τοῦ αἵματος αὐτῆς. 45 καὶ εἶπεν ὁ
Ἰησοῦς· Τίς ὁ ἁψάμενός μου; ἀρνουμένων δὲ πάντων εἶπεν ὁ Πέτρος καὶ οἱ σὺν
αὐτῷ· Ἐ πιστάτα, οἱ ὄχλοι συνέχουσί σε καὶ ἀποθλίβουσι καὶ λέγεις τίς ὁ
ἁψάμενός μου; 46 ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν· Ἥψατό μού τις· ἐγὼ γὰρ ἔγνων δύναμιν
ἐξελθοῦσαν ἀπ᾽ ἐμοῦ. 47 ἰδοῦσα δὲ ἡ γυνὴ ὅτι οὐκ ἔλαθε, τρέμουσα ἦλθε καὶ
προσπεσοῦσα αὐτῷ δι᾽ ἣν αἰτίαν ἥψατο αὐτοῦ ἀπήγγειλεν αὐτῷ ἐνώπιον
παντὸς τοῦ λαοῦ, καὶ ὡς ἰάθη παραχρῆμα. 48 ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ· Θάρσει,
θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην. 49 Ἔτι αὐτοῦ λαλοῦντος
ἔρχεταί τις παρὰ τοῦ ἀρχισυναγώγου λέγων αὐτῷ ὅτι Τέθνηκεν ἡ θυγάτηρ σου·
μὴ σκύλλε τὸν διδάσκαλον. 50 ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀκούσας ἀπεκρίθη αὐτῷ λέγων· Μὴ
φοβοῦ· μόνον πίστευε, καὶ σωθήσεται. 51 ἐλθὼν δὲ εἰς τὴν οἰκίαν οὐκ ἀφῆκεν
εἰσελθεῖν οὐδένα εἰ μὴ Πέτρον καὶ Ἰωάννην καὶ Ἰάκωβον καὶ τὸν πατέρα τῆς
παιδὸς καὶ τὴν μητέρα. 52 ἔκλαιον δὲ πάντες καὶ ἐκόπτοντο αὐτήν. ὁ δὲ εἶπε·
Μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει. 53 καὶ κατεγέλων αὐτοῦ, εἰδότες
ὅτι ἀπέθανεν. 54 αὐτὸς δὲ ἐκβαλὼν ἔξω πάντας καὶ κρατήσας τῆς χειρὸς αὐτῆς
ἐφώνησε λέγων· Ἡ παῖς, ἐγείρου. 55 καὶ ἐπέστρεψε τὸ πνεῦμα αὐτῆς, καὶ
ἀνέστη παραχρῆμα, καὶ διέταξεν αὐτῇ δοθῆναι φαγεῖν. 56 καὶ ἐξέστησαν οἱ
γονεῖς αὐτῆς· ὁ δὲ παρήγγειλεν αὐτοῖς μηδενὶ εἰπεῖν τὸ γεγονός».